Γοητευμένος από το Las Paredes oyen του Don Juan Ruiz de Alarcon (1580–1636), ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της κωμωδίας του Χρυσού Αιώνα της Ισπανίας, ο Manet αποφάσισε να μην μεταφράσει το έργο αυτό, για να μην προδώσει την ποιητική γραφή του, αλλά να το αποδώσει ελεύθερα, ενσωματώνοντάς το σε ένα έργο δικής του επινόησης, με το εύρημα του θεάτρου εν θεάτρω. Παρά τον τίτλο του, η σχέση του έργου του Manet με τον δονζουανικό μύθο είναι περιορισμένη. Ο Δον Ζουάν του δεν έχει τίποτε το κοινό με τον Δον Ζουάν του Tirso de Molina ή του Moliere. Αν και αριστοκράτης, είναι φτωχός, δειλός, ειλικρινής και, κυρίως, είναι πιστός στη Δόνα Άννα. Αντίθετα, το μόνο πρόσωπο που συγγενεύει με τον Δον Ζουάν της παράδοσης είναι ο Δον Μένδο: οι γυναίκες είναι θύματα της γοητείας του, ενώ αυτός τις απατά και τους λέει ψέματα. Αυτό που συνδέει, όμως, το «Ο Άλλος Δον Ζουάν» με τη δονζουανκή παράδοση είναι ότι προέρχεται, όπως και το έργο του Alarcon, από την ηθική και την αισθητική του μπαρόκ, του οποίου κύρια χαρακτηριστικά είναι η ρευστότητα, η αστάθεια, η πολλαπλότητα, η μεταμόρφωση. Στο «Ο Άλλος Δον Ζουάν» ο Manet ενισχύει, μάλιστα, τον μπαροκισμό του έργου του Alarcon όπου επικρατούσαν η προσποίηση, το ψεύδος, η σύγχυση ταυτοτήτων, τα παιχνίδια κατόπτρων. Στο έργο του Manet κανένα από τα πρόσωπα δεν έχει σταθερή ταυτότητα, όλοι είναι ηθοποιοί δεύτερου και τρίτου βαθμού, ενώ με το «θέατρο εν θεάτρω» επιτυγχάνεται μια συνεχής ανάμειξη της ψευδαίσθησης με την πραγματικότητα. Έτσι, πίσω από τη χαρούμενη ατμόσφαιρα που επικρατεί, στο έργο κρύβεται ένα από τα πλέον προσφιλή θέματα της αισθητικής του μπαρόκ: η έντονη διαλεκτική του φαίνεσθαι και του είναι. Συγχρόνως, το έργο δίνει στον Manet τη δυνατότητα να παρουσιάσει τον κόσμο του θεάτρου, το πρόβλημα της λογοκρισίας, το φίμωμα της ελεύθερης σκέψης και τη διαφθορά της εξουσίας.Νίκη Μιχαλά